Η κλιμάκωση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού σκοτεινιάζει τον ουρανό της Μέσης Ανατολής
Η κλιμάκωση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού σκοτεινιάζει τον ουρανό της Μέσης Ανατολής
Με αφορμή την επίθεση με drone στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Arαmco που ανεβάζει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο ανάφλεξης ενός πολέμου στη Μέση Ανατολή, ενός πολέμου που αν αποτολμηθεί από τις ΗΠΑ δεν θα είναι απλός περίπατος, θα έχει πολλές συνέπειες στους λαούς της περιοχής, αλλά θα έχει και σοβαρές συνέπειες και για το δικό μας λαό μιας και όπως λέγαμε σε πρόσφατο άρθρο μας η Εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο κατά του Ιράν, μετά από πιέσεις των Αμερικάνων γίνεται ακόμη πιο έντονη, αναδημοσιεύουμε το παρακάτω άρθρο από την τελευταία Προλεταριακή Σημαία:
Η «κρίση των τάνκερ» γύρω από τον Περσικό Κόλπο και το Ιράν ανέβασε την κλίμακα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην στρατηγικής σημασίας περιοχή της Μέσης Ανατολής. Παράλληλα, ήρθε ξανά στο προσκήνιο η «ξεχασμένη» συριακή σύγκρουση, ενώ τα ίδια τα γεγονότα «υπενθύμισαν» τη στενή διαπλοκή της αμερικανοτουρκικής «κρίσης των S-400» με το Κουρδικό και τις αμερικανικές επιλογές στην περιοχή. Πρόκειται για ζητήματα που όλα τους συνδυάζονται με αντίστοιχου χαρακτήρα εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως έχουμε πρόσφατα καταγράψει.
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι κινήσεις όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πρώτης και δεύτερης γραμμής καθώς και των περιφερειακών δυνάμεων της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Δεν λείπουν βέβαια, -το αντίθετο- τα στοιχεία των προβληματισμών, των ενστάσεων και των εσωτερικών «διχασμών», όσον αφορά τις πολιτικές και τις τακτικές που πρέπει να ακολουθηθούν σε μια σειρά δυνάμεις με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ. Αυτά τα στοιχεία διαμορφώνουν ένα πλαίσιο έντονης ρευστότητας, ευνοϊκό για τυχοδιωκτισμούς, πράγμα που πολλαπλασιάζει τους ήδη αυξημένους κινδύνους για τους λαούς της περιοχής.
Ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση με επίκεντρο το Ιράν
Είναι φανερό πως μετά την αποχώρηση από τη Διεθνή Συμφωνία για τα Πυρηνικά του Ιράν (γνωστής ως JCPOA -Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΣΟΔ)) και την επιβολή σκληρών οικονομικών κυρώσεων έναντι της Τεχεράνης, οι ΗΠΑ κλιμάκωσαν την πολιτική της «μέγιστης πίεσης» προς το Ιράν, με την πρότασή τους για τη δημιουργία διεθνούς -υπό την αιγίδα των ίδιων- στρατιωτικού συνασπισμού. Αφού βέβαια είχαν εν τω μεταξύ απειλήσει - μέσω … Αφγανιστάν- το Ιράν με πυρηνικό αφανισμό και ο Τραμπ μέσω τουίτερ ανακοίνωνε πως «τελευταία στιγμή» ακύρωσε πυραυλικές επιθέσεις εναντίον ιρανικών στόχων σε αντίποινα της κατάρριψης αμερικανικού drone από το Ιράν. Και αφού είχαν ανακοινώσει την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων και πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία.
Αυτός ο στρατιωτικός συνασπισμός θα εγγυάται τάχα την «ελεύθερη ναυσιπλοΐα» στα Στενά του Ορμούζ -μεταξύ Ιράν και Ομάν-, από τα οποία διέρχεται το 20% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου και στα Στενά Μπαμπ αλ Μάντεμπ (μεταξύ Τζιμπουτί και Υεμένης). Ενόσω, όμως, ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα αποκλείεται, ένα εκτεταμένο αεροπορικό χτύπημα κρίνεται αμφιβόλου αξίας και μια χερσαία επέμβαση θεωρείται αποστολή αυτοκτονίας, το σφίξιμο του κλοιού γύρω από το Ιράν -που και σ’ αυτό υπάρχουν ισχυρές ενστάσεις από τμήμα της αμερικανικής αστικής τάξης- αποτελεί μονόδρομο. Μάξιμουμ στόχος είναι η ανατροπή του καθεστώτος και μίνιμουμ το ψαλίδισμα των περιφερειακών φιλοδοξιών του Ιράν στο ελάχιστο ή/και η επαναδιαπραγμάτευση μιας συμφωνίας για τα πυρηνικά με καλύτερους για τις ΗΠΑ (και πιο περιοριστικούς για το Ιράν) όρους. Γι αυτό και παράλληλα με την αμερικανική επιθετική πρόταση και ενώ η ένταση ανέβαινε, υπήρξαν εκατέρωθεν βολιδοσκοπήσεις αλλά και δηλώσεις για την πιθανότητα επανέναρξης των συζητήσεων ΗΠΑ-Ιράν. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσουμε πως μάλλον αυτή την προοπτική στόχευαν οι πρόσφατοι, άκρως προκλητικοί και τυχοδιωκτικοί, βομβαρδισμοί του κράτους δολοφόνου του Ισραήλ, εναντίον της Χεζμπολάχ στο Λίβανο, ιρανικών θέσεων στη Συρία αλλά και φιλοϊρανικών δυνάμεων στο …Ιράκ!
Το έδαφος της αμερικανικής πρότασης «για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα» στρώθηκε αρχικά με τις αλλεπάλληλες και αδιευκρίνιστες εκρήξεις σε τάνκερ στην περιοχή του Κόλπου. Ακολούθησε η προβοκατόρικη κατάσχεση ιρανικού πλοίου από τις βρετανικές αρχές του Γιβραλτάρ μετά από αμερικανικές πιέσεις. Αυτά «απαντήθηκαν» με κατασχέσεις βρετανικών πλοίων από το Ιράν. Η πρόταση και φυσικά η υλοποίηση της επιχείρησης Sentinel, όπως την ονόμασαν οι ΗΠΑ, αντικειμενικά ανεβάζει την ένταση στον Περσικό Κόλπο ενώ θέτει σοβαρά ζητήματα όχι μόνο στο Ιράν αλλά και σε όλες τις άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες, από τη Ρωσία και την Κίνα έως τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Βρετανία.
Η Ρωσία έσπευσε αμέσως σε μια πρόταση για άμεση δημιουργία επιτροπής που θα προετοιμάσει μια διεθνή διάσκεψη για την «ασφάλεια και τη συνεργασία στην περιοχή του Περσικού Κόλπου» και με μακροπρόθεσμο στόχο της τη δημιουργία ενός αντίστοιχου οργανισμού. Χαρακτηριστικό στοιχείο της πρότασής της, που περιλαμβάνει εκτός από τις χώρες του Κόλπου, την ίδια, τις ΗΠΑ, την Κίνα, αλλά και την Ινδία και την Ε.Ε.,είναι ο «πολυκεντρισμός». Έτσι, δια μέσω του τονισμού της «πολυμέρειας» του σημερινού κόσμου, προσπαθεί να χρησιμοποιήσει της ενδοδυτικές αντιθέσεις αλλά και τις φιλοδοξίες άλλων δυνάμεων (π.χ. Ινδία) για την υπόσκαψη του ηγεμονικού ρόλου των ΗΠΑ και την δική της ισχυροποίηση στον πλανήτη και την περιοχή. Στο ίδιο πλαίσιο εκμεταλλεύεται τις σχέσεις που έχει αναπτύξει με κράτη και οργανισμούς του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου.
Από την άλλη, η Κίνα που ήδη έχει την πρώτη της στρατιωτική βάση στο Τζιμπουτί, με πρόσχημα την προστασία της εφοδιαστικής αλυσίδας του «νέου δρόμου του μεταξιού», σχεδιάζει δημιουργία βάσης στο Πακιστάν, πολύ κοντά στον Περσικό Κόλπο. Επιπλέον, από τις αρχές Αυγούστου διεμήνυσε μέσω του πρεσβευτή της στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την απόφασή της να συνοδεύει τα εμπορικά της πλοία με πλοία του Πολεμικού Ναυτικού της, σε περίπτωση που η κατάσταση γίνει πολύ επισφαλής. Διαμήνυσε, έτσι, επί της ουσίας τη θέλησή της για την παραπέρα εμπλοκή της στα τεκταινόμενα στον Περσικό Κόλπο και την υπεράσπιση των ιμπεριαλιστικών της συμφερόντων.
Οι σημαντικές ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που εξακολουθούν όπως και οι δυνάμεις της Ρωσίας-Κίνας να στηρίζουν την JCPOA, βρίσκονται για μια ακόμη φορά αντιμέτωπες με τις στρατηγικές αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τις ιδιαίτερες ιμπεριαλιστικές τους στοχεύσεις, όπως και τα προβλήματα τους.
Η βρετανική αστική τάξη και σ’ αυτό το ζήτημα απέδειξε την βαθιά κρίση προσανατολισμού στην οποία έχει περιέλθει. Ενώ έσπευσε σχεδόν αμέσως να ανακοινώσει κι αυτή μια πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ναυτικής δύναμης υπό ευρωπαϊκή ηγεσία και σε άλλη κατεύθυνση από αυτή «της μέγιστης πίεσης» των ΗΠΑ, και αφού μετεωρίστηκε για ένα διάστημα, προσχώρησε τελικά μαζί με την Αυστραλία και το Μπαχρέιν (μέχρι στιγμής μικρή η σοδειά «των προθύμων» για τις ΗΠΑ) στην αμερικανική πρωτοβουλία. Άφησε, έτσι, τη δική της πρωτοβουλία στα χέρια της Γαλλίας και της Γερμανίας και με την ίδια να μην διευκρινίζει τις προθέσεις της.
Η Γαλλία στήριξε από την πρώτη στιγμή τη βρετανική πρόταση που της έδινε τη δυνατότητα να αυξήσει (μετά τη Συρία) την εμπλοκή της στην κρίσιμη αυτή περιοχή, χωρίς όμως να αποκλείει τελείως το ενδεχόμενο συμμετοχής και στην αμερικανική πρωτοβουλία. Οι συνεχείς γαλλοϊρανικές συναντήσεις που κατέληξαν στην πρόσκληση του του Ιρανού ΥΠΕΞ στη Σύνοδο του G-7 και η γενικότερη προσπάθεια του Μακρόν να διαμεσολαβήσει μεταξύ ΗΠΑ-Ιράν, είναι τμήμα των διπλωματικών και όχι μόνο κινήσεων του γαλλικού ιμπεριαλισμού ώστε να κατακτήσει καλύτερο ρόλο και θέση στη Μέση Ανατολή και στα παγκόσμια πράγματα.
Η Γερμανία, με το κατηγορηματικό της όχι στην αμερικανική πρωτοβουλία, βρήκε την ευκαιρία να τονίσει τις διαφορές της με τις ΗΠΑ και στο ιρανικό ζήτημα, δηλώνοντας παράλληλα πως δεν αποκλείει «επί της αρχής» τη συμμετοχή της σε μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, με στόχο όμως την αποκλιμάκωση της έντασης. Αυτή η στάση προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στις ΗΠΑ. Η αμερικανική Γερουσία ανακοίνωσε την άμεση προώθηση νομοσχεδίου που θα επιβάλλει κυρώσεις στις ξένες εταιρείες που συμμετέχουν στην κατασκευή του NordStream 2, ενώ ο Αμερικανός πρέσβης προειδοποίησε τη Γερμανία με αποχώρηση των 50 χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών από το γερμανικό έδαφος!
Το Ιράν, γνωρίζοντας τα προβλήματα των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών αλλά και βλέποντας πως ο μηχανισμός INSTEX κάθε άλλο παρά το βοηθά να αντιμετωπίσει στην πράξη τις κλιμακούμενες αμερικανικές κυρώσεις, έχει επιλέξει τον δρόμο μιας συνεχούς αλλά ελεγχόμενης -έως τώρα- πίεσης τους. Μέσα στο καλοκαίρι εξήγγειλε και υλοποίησε την αποχώρησή του από πλευρές της συμφωνίας JCPOA, ξεπερνώντας το όριο των 300 κιλών σε αποθέματα χαμηλού εμπλουτισμού ουρανίου αλλά και το ποσοστό 3,67% εμπλουτισμού του ουρανίου που αυτή προέβλεπε, δηλώνοντας ταυτόχρονα πως είναι αναστρέψιμες ενέργειες, εάν και εφόσον οι ευρωπαϊκές χώρες τηρήσουν κι αυτές τις δεσμεύσεις τους.
Η συριακή σύγκρουση, οι S-400 και το τρίγωνο ΗΠΑ-Τουρκία-Ρωσία
Το άλλο μεγάλο επίκεντρο της Μέσης Ανατολής είναι η συριακή σύγκρουση ή καλύτερα η σύγκρουση για τον έλεγχο της Συρίας, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα που επιδρά καθοριστικά στις εξελίξεις στην περιοχή και όχι μόνο, είναι οι S-400 και ευρύτερα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις και οι σφήνες της Ρωσίας, που έχουν δημιουργήσει ένα ασταθές και επικίνδυνο τρίγωνο που παράγει αστάθεια και ένταση.
Πηγαίνοντας λίγο πίσω στο χρόνο, ηεργαλειοποίηση από τις ΗΠΑ των Κούρδων της Συρίας και των YPG ώστε να βρεθεί μια βάση στήριξης μέσα στο συριακό έδαφος, θεωρήθηκαν από το AKP και την τούρκικη αστική τάξη ότι δημιουργούν μια στρατηγική απειλή στην ενιαιότητα του κράτους της Τουρκίας. Το αποτυχημένο πραξικόπημα και το κλείσιμο του ματιού στους πραξικοπηματίες από τις ΗΠΑ βάθυναν την καχυποψία και τα ερωτήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας για το «πού το πάνε οι ΗΠΑ». Οι δύο έως τώρα εισβολές της Τουρκίας στη μεθόριο με τη Συρία και η κατάληψη εδαφών ήταν «απάντηση» σ΄αυτή την απειλή. Στο ίδιο πλαίσιο, η τούρκικη αστική τάξη άρχισε να χρησιμοποιεί την αμερικανορωσική αντιπαράθεση για να υπερασπίσει τα έχειν της αλλά και για να διεκδικήσει το ρόλο και τη θέση που θεωρεί πως πρέπει να έχει στην περιοχή. Έτσι, προχώρησε με τη Ρωσία στην κοινοπραξία για τον αγωγό TurkishStream, προφανώς κόντρα στην πολιτική των ΗΠΑ για απεξάρτηση της Ευρώπης από τους ρώσικους υδρογονάνθρακες, ενώ άνοιξε και η προοπτική κατασκευής πυρηνικού εργοστασίου με ρώσικη τεχνολογία. Κρίσιμη εξέλιξη, ωστόσο, αποτέλεσε η συμφωνία αγοράς του ρώσικου αντιπυραυλικού συστήματος S-400 και κομβικό σημείο της -μέσα στο καλοκαίρι- η έναρξη παραλαβής του. Για τις ΗΠΑ, η παραλαβή και πολύ περισσότερο η πλήρης ενεργοποίηση των S-400 που αναμένεται για την προσεχή άνοιξη, είναι παραβίαση των κόκκινων γραμμών από την Άγκυρα, ακόμα και αν της αναγνωρίζονται -από τον Τραμπ- ορισμένα «ελαφρυντικά», μιας και η απόφαση για αγορά των S-400 έγινε μετά την άρνηση Ομπάμα να διαθέσει στην Τουρκία το σύστημα Patriot. Έτσι οι ΗΠΑ προχώρησαν στη διακοπή της συμμετοχής της Τουρκίας στην συμπαραγωγή των μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας τεχνολογίας F-35 και απείλησαν με κυρώσεις. Ωστόσο, επειδή κανέναν από τους δύο δεν συμφέρει η διακοπή της στρατηγικής τους σχέσης, αναζητούνταν εδώ και καιρό ένας συμβιβασμός που από τη μια να διασκεδάζει τις τουρκικές ανησυχίες και να δίνει χώρο στις φιλοδοξίες της και από τη άλλη να επαναφέρει την Τουρκία στις αμερικανοΝΑΤΟϊκές νόρμες και να προωθεί τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Συρία και τη Μέση Ανατολή. Φαίνεται ότι αυτός βρέθηκε στη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» κατά μήκος της τουρκοσυριακής μεθορίου, στα ελεγχόμενα από τους Κούρδους εδάφη της βορειοανατολικής Συρίας. Αφού, βέβαια, πρώτα η ένταση στη σχέση Τουρκίας-ΗΠΑ ξαναχτύπησε «κόκκινο», με τον Ερντογάν να απειλεί με τρίτη εισβολή και δημιουργία de facto της «ζώνης ασφαλείας», για να εισπράξει την απάντηση των ΗΠΑ ότι θα εμποδίσουν κάθε μονομερή ενέργεια. Την ίδια περίοδο, η Τουρκία είχε εντείνει και τους βομβαρδισμούς εναντίον στόχων του PΚΚ στο Ιράκ, με αφορμή τη δολοφονία του Τούρκου υποπρόξενου στο Ερμπίλ του Ιρακινού Κουρδιστάν. Με πολλά να είναι ακόμη τα ερωτήματα για το «βάθος» της και τις δυνάμεις που θα χρησιμοποιηθούν για την «διαφύλαξή» της, αυτή η συμφωνία όχι μόνο προχωράει αλλά φαίνεται πως οι ΗΠΑ κατάφεραν να πιέσουν και να πάρουν το κρίσιμο «ΟΚ» από τις YPG, οι οποίες ήδη άρχισαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από δύο πόλεις της μεθορίου.
Οι Κούρδοι του YPG, φανερά αυτοπαγιδευμένοι από την φιλοϊμπεριαλιστική τους πολιτική, αποδέχονται τις συνέπειες της αμερικανοτουρκικής συμφωνίας, μην γνωρίζοντας τι τους ξημερώνει και ταυτόχρονα ανιχνεύουν τις δυνατότητες μιας συμφωνίας με το καθεστώς Άσαντ και τη Ρωσία, που θα τους δίνει ένα είδος αυτονομίας στα πλαίσια του συριακού κράτους. Επιπλέον, μόνο ανησυχία μπορούν να προκαλούν για το μέλλον του κουρδικού κινήματος, η επανεμφάνιση Οτσαλάν την ίδια μέρα ανακοίνωσης της αμερικανοτουρκικής συμφωνίας, οι δηλώσεις «κατανόησης» των τούρκικων ευαισθησιών για το συριακό Κουρδιστάν καθώς και οι φήμες ότι για το φθινόπωρο ετοιμάζεται επανέναρξη συνομιλιών μεταξύ Κούρδων και Τουρκίας, «που θα έχει περιφερειακή διάσταση» συμπεριλαμβάνοντας και τους Κούρδους της Συρίας.
Οι ΗΠΑ, εν τέλει, ευελπιστούν πως αυτή η συμφωνία με την Τουρκία μπορεί να ανοίξει τον -καθόλου εύκολο και ευθύγραμμο- δρόμο της αποκατάστασης της στρατηγικής σχέσης μαζί της, βάζοντας ταυτόχρονα φραγμό στις ρώσικες σφήνες. Έτσι, θα της δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσει με καλύτερους όρους την επέμβασή της στη Συρία και προπαντός να στοιχίσει την Τουρκία στην περίσφιξη του Ιράν.
Η Ρωσία, έχοντας συσσωρεύσει ορισμένα ατού στην κατά τα άλλα εχθρική για αυτήν περιοχή της Μέσης Ανατολής, προσπαθεί να κατοχυρώσει τις επιτυχίες της κόντρα στις ΗΠΑ. Γνωρίζει καλά πως η αμερικανοτουρκική συμφωνία μπορεί να σημάνει το τέλος της τακτικής συμμαχίας της με την Τουρκία και γι αυτό παίρνει τα μέτρα της. Συνεχίζει, από τη μια, τις δελεαστικές προτάσεις της προς την Τουρκία (αγορά των μαχητικών Su-35) για να διατηρεί την ένταση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Από την άλλη, πιέζει την Τουρκία στο συριακό έδαφος, στέλνοντάς της το μήνυμα πως οι κινήσεις με τις ΗΠΑ έχουν το αντίτιμό τους. Έτσι, είχαμε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην περιοχή Ιντλίμπ με την ομώνυμη πρωτεύουσα, την ακινητοποίηση τούρκικης φάλαγγας που προσπαθούσε να προσεγγίσει τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες καθώς και την περικύκλωση τούρκικου παρατηρητηρίου (που υπήρχε βάσει της συμφωνίας Ρωσίας-Τουρκίας-Ιράν). Προπαντός, όμως, είχαμε την κατάληψη της Χαν Σεϊχούν, πόλη-κλειδί στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, πάνω στον αυτοκινητόδρομο στρατηγικής σημασίας Μ5 που ενώνει τη Δαμασκό με το Χαλέπι. Αυτή δημιουργεί σοβαρές προϋποθέσεις για την κατάληψη της μοναδικής επαρχίας που έχει μείνει στους αντικαθεστωτικούς από τις δυνάμεις του Άσαντ.
Αντί επιλόγου
Το επόμενο διάστημα πολλές από τις τακτικές κινήσεις και τις πρόσκαιρες συμμαχίες ίσως χαθούν και τροποποιηθούν κι άλλες θα εμφανιστούν. Δυστυχώς, όμως, και αυτό αφορά πρώτιστα τους λαούς και το δικαίωμά τους στην προκοπή και την ειρήνη, μία σταθερά δεν πρόκειται να αλλάξει: η ανελέητη διαπάλη των μεγάλων φονιάδων του πλανήτη και κοντά σ’ αυτούς και των μικρότερων, που σκοτεινιάζει τον ουρανό της Μέσης Ανατολής.
Η «κρίση των τάνκερ» γύρω από τον Περσικό Κόλπο και το Ιράν ανέβασε την κλίμακα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην στρατηγικής σημασίας περιοχή της Μέσης Ανατολής. Παράλληλα, ήρθε ξανά στο προσκήνιο η «ξεχασμένη» συριακή σύγκρουση, ενώ τα ίδια τα γεγονότα «υπενθύμισαν» τη στενή διαπλοκή της αμερικανοτουρκικής «κρίσης των S-400» με το Κουρδικό και τις αμερικανικές επιλογές στην περιοχή. Πρόκειται για ζητήματα που όλα τους συνδυάζονται με αντίστοιχου χαρακτήρα εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως έχουμε πρόσφατα καταγράψει.
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι κινήσεις όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πρώτης και δεύτερης γραμμής καθώς και των περιφερειακών δυνάμεων της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Δεν λείπουν βέβαια, -το αντίθετο- τα στοιχεία των προβληματισμών, των ενστάσεων και των εσωτερικών «διχασμών», όσον αφορά τις πολιτικές και τις τακτικές που πρέπει να ακολουθηθούν σε μια σειρά δυνάμεις με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ. Αυτά τα στοιχεία διαμορφώνουν ένα πλαίσιο έντονης ρευστότητας, ευνοϊκό για τυχοδιωκτισμούς, πράγμα που πολλαπλασιάζει τους ήδη αυξημένους κινδύνους για τους λαούς της περιοχής.
Ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση με επίκεντρο το Ιράν
Είναι φανερό πως μετά την αποχώρηση από τη Διεθνή Συμφωνία για τα Πυρηνικά του Ιράν (γνωστής ως JCPOA -Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΣΟΔ)) και την επιβολή σκληρών οικονομικών κυρώσεων έναντι της Τεχεράνης, οι ΗΠΑ κλιμάκωσαν την πολιτική της «μέγιστης πίεσης» προς το Ιράν, με την πρότασή τους για τη δημιουργία διεθνούς -υπό την αιγίδα των ίδιων- στρατιωτικού συνασπισμού. Αφού βέβαια είχαν εν τω μεταξύ απειλήσει - μέσω … Αφγανιστάν- το Ιράν με πυρηνικό αφανισμό και ο Τραμπ μέσω τουίτερ ανακοίνωνε πως «τελευταία στιγμή» ακύρωσε πυραυλικές επιθέσεις εναντίον ιρανικών στόχων σε αντίποινα της κατάρριψης αμερικανικού drone από το Ιράν. Και αφού είχαν ανακοινώσει την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων και πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία.
Αυτός ο στρατιωτικός συνασπισμός θα εγγυάται τάχα την «ελεύθερη ναυσιπλοΐα» στα Στενά του Ορμούζ -μεταξύ Ιράν και Ομάν-, από τα οποία διέρχεται το 20% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου και στα Στενά Μπαμπ αλ Μάντεμπ (μεταξύ Τζιμπουτί και Υεμένης). Ενόσω, όμως, ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα αποκλείεται, ένα εκτεταμένο αεροπορικό χτύπημα κρίνεται αμφιβόλου αξίας και μια χερσαία επέμβαση θεωρείται αποστολή αυτοκτονίας, το σφίξιμο του κλοιού γύρω από το Ιράν -που και σ’ αυτό υπάρχουν ισχυρές ενστάσεις από τμήμα της αμερικανικής αστικής τάξης- αποτελεί μονόδρομο. Μάξιμουμ στόχος είναι η ανατροπή του καθεστώτος και μίνιμουμ το ψαλίδισμα των περιφερειακών φιλοδοξιών του Ιράν στο ελάχιστο ή/και η επαναδιαπραγμάτευση μιας συμφωνίας για τα πυρηνικά με καλύτερους για τις ΗΠΑ (και πιο περιοριστικούς για το Ιράν) όρους. Γι αυτό και παράλληλα με την αμερικανική επιθετική πρόταση και ενώ η ένταση ανέβαινε, υπήρξαν εκατέρωθεν βολιδοσκοπήσεις αλλά και δηλώσεις για την πιθανότητα επανέναρξης των συζητήσεων ΗΠΑ-Ιράν. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσουμε πως μάλλον αυτή την προοπτική στόχευαν οι πρόσφατοι, άκρως προκλητικοί και τυχοδιωκτικοί, βομβαρδισμοί του κράτους δολοφόνου του Ισραήλ, εναντίον της Χεζμπολάχ στο Λίβανο, ιρανικών θέσεων στη Συρία αλλά και φιλοϊρανικών δυνάμεων στο …Ιράκ!
Το έδαφος της αμερικανικής πρότασης «για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα» στρώθηκε αρχικά με τις αλλεπάλληλες και αδιευκρίνιστες εκρήξεις σε τάνκερ στην περιοχή του Κόλπου. Ακολούθησε η προβοκατόρικη κατάσχεση ιρανικού πλοίου από τις βρετανικές αρχές του Γιβραλτάρ μετά από αμερικανικές πιέσεις. Αυτά «απαντήθηκαν» με κατασχέσεις βρετανικών πλοίων από το Ιράν. Η πρόταση και φυσικά η υλοποίηση της επιχείρησης Sentinel, όπως την ονόμασαν οι ΗΠΑ, αντικειμενικά ανεβάζει την ένταση στον Περσικό Κόλπο ενώ θέτει σοβαρά ζητήματα όχι μόνο στο Ιράν αλλά και σε όλες τις άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες, από τη Ρωσία και την Κίνα έως τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Βρετανία.
Η Ρωσία έσπευσε αμέσως σε μια πρόταση για άμεση δημιουργία επιτροπής που θα προετοιμάσει μια διεθνή διάσκεψη για την «ασφάλεια και τη συνεργασία στην περιοχή του Περσικού Κόλπου» και με μακροπρόθεσμο στόχο της τη δημιουργία ενός αντίστοιχου οργανισμού. Χαρακτηριστικό στοιχείο της πρότασής της, που περιλαμβάνει εκτός από τις χώρες του Κόλπου, την ίδια, τις ΗΠΑ, την Κίνα, αλλά και την Ινδία και την Ε.Ε.,είναι ο «πολυκεντρισμός». Έτσι, δια μέσω του τονισμού της «πολυμέρειας» του σημερινού κόσμου, προσπαθεί να χρησιμοποιήσει της ενδοδυτικές αντιθέσεις αλλά και τις φιλοδοξίες άλλων δυνάμεων (π.χ. Ινδία) για την υπόσκαψη του ηγεμονικού ρόλου των ΗΠΑ και την δική της ισχυροποίηση στον πλανήτη και την περιοχή. Στο ίδιο πλαίσιο εκμεταλλεύεται τις σχέσεις που έχει αναπτύξει με κράτη και οργανισμούς του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου.
Από την άλλη, η Κίνα που ήδη έχει την πρώτη της στρατιωτική βάση στο Τζιμπουτί, με πρόσχημα την προστασία της εφοδιαστικής αλυσίδας του «νέου δρόμου του μεταξιού», σχεδιάζει δημιουργία βάσης στο Πακιστάν, πολύ κοντά στον Περσικό Κόλπο. Επιπλέον, από τις αρχές Αυγούστου διεμήνυσε μέσω του πρεσβευτή της στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την απόφασή της να συνοδεύει τα εμπορικά της πλοία με πλοία του Πολεμικού Ναυτικού της, σε περίπτωση που η κατάσταση γίνει πολύ επισφαλής. Διαμήνυσε, έτσι, επί της ουσίας τη θέλησή της για την παραπέρα εμπλοκή της στα τεκταινόμενα στον Περσικό Κόλπο και την υπεράσπιση των ιμπεριαλιστικών της συμφερόντων.
Οι σημαντικές ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που εξακολουθούν όπως και οι δυνάμεις της Ρωσίας-Κίνας να στηρίζουν την JCPOA, βρίσκονται για μια ακόμη φορά αντιμέτωπες με τις στρατηγικές αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και τις ιδιαίτερες ιμπεριαλιστικές τους στοχεύσεις, όπως και τα προβλήματα τους.
Η βρετανική αστική τάξη και σ’ αυτό το ζήτημα απέδειξε την βαθιά κρίση προσανατολισμού στην οποία έχει περιέλθει. Ενώ έσπευσε σχεδόν αμέσως να ανακοινώσει κι αυτή μια πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ναυτικής δύναμης υπό ευρωπαϊκή ηγεσία και σε άλλη κατεύθυνση από αυτή «της μέγιστης πίεσης» των ΗΠΑ, και αφού μετεωρίστηκε για ένα διάστημα, προσχώρησε τελικά μαζί με την Αυστραλία και το Μπαχρέιν (μέχρι στιγμής μικρή η σοδειά «των προθύμων» για τις ΗΠΑ) στην αμερικανική πρωτοβουλία. Άφησε, έτσι, τη δική της πρωτοβουλία στα χέρια της Γαλλίας και της Γερμανίας και με την ίδια να μην διευκρινίζει τις προθέσεις της.
Η Γαλλία στήριξε από την πρώτη στιγμή τη βρετανική πρόταση που της έδινε τη δυνατότητα να αυξήσει (μετά τη Συρία) την εμπλοκή της στην κρίσιμη αυτή περιοχή, χωρίς όμως να αποκλείει τελείως το ενδεχόμενο συμμετοχής και στην αμερικανική πρωτοβουλία. Οι συνεχείς γαλλοϊρανικές συναντήσεις που κατέληξαν στην πρόσκληση του του Ιρανού ΥΠΕΞ στη Σύνοδο του G-7 και η γενικότερη προσπάθεια του Μακρόν να διαμεσολαβήσει μεταξύ ΗΠΑ-Ιράν, είναι τμήμα των διπλωματικών και όχι μόνο κινήσεων του γαλλικού ιμπεριαλισμού ώστε να κατακτήσει καλύτερο ρόλο και θέση στη Μέση Ανατολή και στα παγκόσμια πράγματα.
Η Γερμανία, με το κατηγορηματικό της όχι στην αμερικανική πρωτοβουλία, βρήκε την ευκαιρία να τονίσει τις διαφορές της με τις ΗΠΑ και στο ιρανικό ζήτημα, δηλώνοντας παράλληλα πως δεν αποκλείει «επί της αρχής» τη συμμετοχή της σε μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, με στόχο όμως την αποκλιμάκωση της έντασης. Αυτή η στάση προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στις ΗΠΑ. Η αμερικανική Γερουσία ανακοίνωσε την άμεση προώθηση νομοσχεδίου που θα επιβάλλει κυρώσεις στις ξένες εταιρείες που συμμετέχουν στην κατασκευή του NordStream 2, ενώ ο Αμερικανός πρέσβης προειδοποίησε τη Γερμανία με αποχώρηση των 50 χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών από το γερμανικό έδαφος!
Το Ιράν, γνωρίζοντας τα προβλήματα των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών αλλά και βλέποντας πως ο μηχανισμός INSTEX κάθε άλλο παρά το βοηθά να αντιμετωπίσει στην πράξη τις κλιμακούμενες αμερικανικές κυρώσεις, έχει επιλέξει τον δρόμο μιας συνεχούς αλλά ελεγχόμενης -έως τώρα- πίεσης τους. Μέσα στο καλοκαίρι εξήγγειλε και υλοποίησε την αποχώρησή του από πλευρές της συμφωνίας JCPOA, ξεπερνώντας το όριο των 300 κιλών σε αποθέματα χαμηλού εμπλουτισμού ουρανίου αλλά και το ποσοστό 3,67% εμπλουτισμού του ουρανίου που αυτή προέβλεπε, δηλώνοντας ταυτόχρονα πως είναι αναστρέψιμες ενέργειες, εάν και εφόσον οι ευρωπαϊκές χώρες τηρήσουν κι αυτές τις δεσμεύσεις τους.
Η συριακή σύγκρουση, οι S-400 και το τρίγωνο ΗΠΑ-Τουρκία-Ρωσία
Το άλλο μεγάλο επίκεντρο της Μέσης Ανατολής είναι η συριακή σύγκρουση ή καλύτερα η σύγκρουση για τον έλεγχο της Συρίας, ενώ ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα που επιδρά καθοριστικά στις εξελίξεις στην περιοχή και όχι μόνο, είναι οι S-400 και ευρύτερα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις και οι σφήνες της Ρωσίας, που έχουν δημιουργήσει ένα ασταθές και επικίνδυνο τρίγωνο που παράγει αστάθεια και ένταση.
Πηγαίνοντας λίγο πίσω στο χρόνο, ηεργαλειοποίηση από τις ΗΠΑ των Κούρδων της Συρίας και των YPG ώστε να βρεθεί μια βάση στήριξης μέσα στο συριακό έδαφος, θεωρήθηκαν από το AKP και την τούρκικη αστική τάξη ότι δημιουργούν μια στρατηγική απειλή στην ενιαιότητα του κράτους της Τουρκίας. Το αποτυχημένο πραξικόπημα και το κλείσιμο του ματιού στους πραξικοπηματίες από τις ΗΠΑ βάθυναν την καχυποψία και τα ερωτήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας για το «πού το πάνε οι ΗΠΑ». Οι δύο έως τώρα εισβολές της Τουρκίας στη μεθόριο με τη Συρία και η κατάληψη εδαφών ήταν «απάντηση» σ΄αυτή την απειλή. Στο ίδιο πλαίσιο, η τούρκικη αστική τάξη άρχισε να χρησιμοποιεί την αμερικανορωσική αντιπαράθεση για να υπερασπίσει τα έχειν της αλλά και για να διεκδικήσει το ρόλο και τη θέση που θεωρεί πως πρέπει να έχει στην περιοχή. Έτσι, προχώρησε με τη Ρωσία στην κοινοπραξία για τον αγωγό TurkishStream, προφανώς κόντρα στην πολιτική των ΗΠΑ για απεξάρτηση της Ευρώπης από τους ρώσικους υδρογονάνθρακες, ενώ άνοιξε και η προοπτική κατασκευής πυρηνικού εργοστασίου με ρώσικη τεχνολογία. Κρίσιμη εξέλιξη, ωστόσο, αποτέλεσε η συμφωνία αγοράς του ρώσικου αντιπυραυλικού συστήματος S-400 και κομβικό σημείο της -μέσα στο καλοκαίρι- η έναρξη παραλαβής του. Για τις ΗΠΑ, η παραλαβή και πολύ περισσότερο η πλήρης ενεργοποίηση των S-400 που αναμένεται για την προσεχή άνοιξη, είναι παραβίαση των κόκκινων γραμμών από την Άγκυρα, ακόμα και αν της αναγνωρίζονται -από τον Τραμπ- ορισμένα «ελαφρυντικά», μιας και η απόφαση για αγορά των S-400 έγινε μετά την άρνηση Ομπάμα να διαθέσει στην Τουρκία το σύστημα Patriot. Έτσι οι ΗΠΑ προχώρησαν στη διακοπή της συμμετοχής της Τουρκίας στην συμπαραγωγή των μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας τεχνολογίας F-35 και απείλησαν με κυρώσεις. Ωστόσο, επειδή κανέναν από τους δύο δεν συμφέρει η διακοπή της στρατηγικής τους σχέσης, αναζητούνταν εδώ και καιρό ένας συμβιβασμός που από τη μια να διασκεδάζει τις τουρκικές ανησυχίες και να δίνει χώρο στις φιλοδοξίες της και από τη άλλη να επαναφέρει την Τουρκία στις αμερικανοΝΑΤΟϊκές νόρμες και να προωθεί τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Συρία και τη Μέση Ανατολή. Φαίνεται ότι αυτός βρέθηκε στη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» κατά μήκος της τουρκοσυριακής μεθορίου, στα ελεγχόμενα από τους Κούρδους εδάφη της βορειοανατολικής Συρίας. Αφού, βέβαια, πρώτα η ένταση στη σχέση Τουρκίας-ΗΠΑ ξαναχτύπησε «κόκκινο», με τον Ερντογάν να απειλεί με τρίτη εισβολή και δημιουργία de facto της «ζώνης ασφαλείας», για να εισπράξει την απάντηση των ΗΠΑ ότι θα εμποδίσουν κάθε μονομερή ενέργεια. Την ίδια περίοδο, η Τουρκία είχε εντείνει και τους βομβαρδισμούς εναντίον στόχων του PΚΚ στο Ιράκ, με αφορμή τη δολοφονία του Τούρκου υποπρόξενου στο Ερμπίλ του Ιρακινού Κουρδιστάν. Με πολλά να είναι ακόμη τα ερωτήματα για το «βάθος» της και τις δυνάμεις που θα χρησιμοποιηθούν για την «διαφύλαξή» της, αυτή η συμφωνία όχι μόνο προχωράει αλλά φαίνεται πως οι ΗΠΑ κατάφεραν να πιέσουν και να πάρουν το κρίσιμο «ΟΚ» από τις YPG, οι οποίες ήδη άρχισαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από δύο πόλεις της μεθορίου.
Οι Κούρδοι του YPG, φανερά αυτοπαγιδευμένοι από την φιλοϊμπεριαλιστική τους πολιτική, αποδέχονται τις συνέπειες της αμερικανοτουρκικής συμφωνίας, μην γνωρίζοντας τι τους ξημερώνει και ταυτόχρονα ανιχνεύουν τις δυνατότητες μιας συμφωνίας με το καθεστώς Άσαντ και τη Ρωσία, που θα τους δίνει ένα είδος αυτονομίας στα πλαίσια του συριακού κράτους. Επιπλέον, μόνο ανησυχία μπορούν να προκαλούν για το μέλλον του κουρδικού κινήματος, η επανεμφάνιση Οτσαλάν την ίδια μέρα ανακοίνωσης της αμερικανοτουρκικής συμφωνίας, οι δηλώσεις «κατανόησης» των τούρκικων ευαισθησιών για το συριακό Κουρδιστάν καθώς και οι φήμες ότι για το φθινόπωρο ετοιμάζεται επανέναρξη συνομιλιών μεταξύ Κούρδων και Τουρκίας, «που θα έχει περιφερειακή διάσταση» συμπεριλαμβάνοντας και τους Κούρδους της Συρίας.
Οι ΗΠΑ, εν τέλει, ευελπιστούν πως αυτή η συμφωνία με την Τουρκία μπορεί να ανοίξει τον -καθόλου εύκολο και ευθύγραμμο- δρόμο της αποκατάστασης της στρατηγικής σχέσης μαζί της, βάζοντας ταυτόχρονα φραγμό στις ρώσικες σφήνες. Έτσι, θα της δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσει με καλύτερους όρους την επέμβασή της στη Συρία και προπαντός να στοιχίσει την Τουρκία στην περίσφιξη του Ιράν.
Η Ρωσία, έχοντας συσσωρεύσει ορισμένα ατού στην κατά τα άλλα εχθρική για αυτήν περιοχή της Μέσης Ανατολής, προσπαθεί να κατοχυρώσει τις επιτυχίες της κόντρα στις ΗΠΑ. Γνωρίζει καλά πως η αμερικανοτουρκική συμφωνία μπορεί να σημάνει το τέλος της τακτικής συμμαχίας της με την Τουρκία και γι αυτό παίρνει τα μέτρα της. Συνεχίζει, από τη μια, τις δελεαστικές προτάσεις της προς την Τουρκία (αγορά των μαχητικών Su-35) για να διατηρεί την ένταση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Από την άλλη, πιέζει την Τουρκία στο συριακό έδαφος, στέλνοντάς της το μήνυμα πως οι κινήσεις με τις ΗΠΑ έχουν το αντίτιμό τους. Έτσι, είχαμε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην περιοχή Ιντλίμπ με την ομώνυμη πρωτεύουσα, την ακινητοποίηση τούρκικης φάλαγγας που προσπαθούσε να προσεγγίσει τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες καθώς και την περικύκλωση τούρκικου παρατηρητηρίου (που υπήρχε βάσει της συμφωνίας Ρωσίας-Τουρκίας-Ιράν). Προπαντός, όμως, είχαμε την κατάληψη της Χαν Σεϊχούν, πόλη-κλειδί στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, πάνω στον αυτοκινητόδρομο στρατηγικής σημασίας Μ5 που ενώνει τη Δαμασκό με το Χαλέπι. Αυτή δημιουργεί σοβαρές προϋποθέσεις για την κατάληψη της μοναδικής επαρχίας που έχει μείνει στους αντικαθεστωτικούς από τις δυνάμεις του Άσαντ.
Αντί επιλόγου
Το επόμενο διάστημα πολλές από τις τακτικές κινήσεις και τις πρόσκαιρες συμμαχίες ίσως χαθούν και τροποποιηθούν κι άλλες θα εμφανιστούν. Δυστυχώς, όμως, και αυτό αφορά πρώτιστα τους λαούς και το δικαίωμά τους στην προκοπή και την ειρήνη, μία σταθερά δεν πρόκειται να αλλάξει: η ανελέητη διαπάλη των μεγάλων φονιάδων του πλανήτη και κοντά σ’ αυτούς και των μικρότερων, που σκοτεινιάζει τον ουρανό της Μέσης Ανατολής.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου