Αλληλεγγύη – Φιλανθρωπία – Ελεημοσύνη. (Τι σημαίνει και πώς χτίζεται η αλληλεγγύη μέσα στο λαό) Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία αρ. φύλ. 711, στις 11/5
Αλληλεγγύη – Φιλανθρωπία – Ελεημοσύνη. (Τι σημαίνει και πώς χτίζεται η αλληλεγγύη μέσα στο λαό)
Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία αρ. φύλ. 711, στις 11/5/2013
Όταν αλυσίδες σούπερ-μάρκετ, κυβερνητικοί παράγοντες, δήμοι και εκκλησίες μιλάνε για αλληλεγγύη, τότε μάλλον κάτι δεν πάει καλά. Ή ζούμε σε άλλη κοινωνία, της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας και του δικαίου και δεν το έχουμε καταλάβει, ή κάποιοι προσπαθούν να διαστρεβλώσουν την έννοια και το περιεχόμενο της αλληλεγγύης.
Εφόσον πρόκειται για συστημικούς παράγοντες που οι προθέσεις τους γίνονται όλο και πιο ξεκάθαρες σε όλο το λαό, θα περίμενε κανείς να είναι σαφές ότι ισχύει το δεύτερο. Το πρόβλημα στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι, σε αυτή την «αλληλεγγύη», προσπαθούν να συναγωνιστούν το σύστημα μια σειρά από δυνάμεις και χώροι από τα «αριστερά», που με αντίστοιχο τρόπο κινούνται και προτείνουν στο κίνημα να κινηθεί.
Καταρχήν να ορίσουμε με σαφήνεια, όσο το δυνατόν, τις έννοιες και τους όρους. Όχι, σκοπός μας δεν είναι να γράψουμε λεξικό κινηματικών εννοιών, ούτε να ψειρίσουμε τη λεπτομέρεια. Έχει, όμως, καθοριστική σημασία το τι εννοούμε, και το τι εννοεί ο καθένας, όταν μιλάει για αλληλεγγύη. Γιατί το περιεχόμενο που ο καθένας δίνει στην έννοια προκύπτει από τη συνολικότερη αντίληψη του για το κίνημα, για τους δεσμούς ανάμεσα στους εργαζόμενους και στο λαό, για τον καπιταλισμό και τα χαρακτηριστικά του.
Αλληλεγγύη είναι η πολιτική, ή ηθική, ή υλική στήριξη (ή συνδυασμός τους) που μπορεί να προσφέρει κάποιος ή κάποιοι προς έναν άνθρωπο ή μια ομάδα ανθρώπων με βάση το κοινό τους συμφέρον. Πιο συγκεκριμένα, αν μιλάμε για λαϊκή και εργατική αλληλεγγύη, με βάση το κοινό λαϊκό και ταξικό συμφέρον. Επειδή ο δρόμος των παραδειγμάτων παραμένει πάντα ο πιο εύκολος και αποτελεσματικός...
Αλληλεγγύη είναι μια διαδήλωση στήριξης του Παλαιστινιακού λαού. Που παλεύει για ανεξαρτησία και, στο βαθμό που νικήσει, η πλάστιγγα για τους λαούς της νοτιοανατολικής μεσογείου, αλλά και όλου του κόσμου, θα γείρει υπέρ τους και κατά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και του σιωνισμού.
Αλληλεγγύη είναι η προσφορά μακαρονιών και γάλακτος από εργαζόμενους, στους απεργούς εργάτες του εργοστασίου της περιοχής, ή του Άλτερ, ή των Χαλυβουργών κλπ. που παλεύουν για τα εργασιακά τους δικαιώματα και για τα μεροκάματά τους. Που, στο βαθμό που κερδίσουν, θα δημιουργηθεί ρήγμα στην πολιτική που τσακίζει όλους τους εργαζόμενους.
Αλληλεγγύη είναι η στήριξη των μεταναστών εργατών και των δικαιωμάτων τους από τους ντόπιους εργάτες. Που έχουν κάθε συμφέρον να υποστηρίξουν τα μεροκάματα της εργατικής τάξης συνολικά και να διατηρήσουν την ταξική τους ενότητα, ώστε πιο αποτελεσματικά και οι ίδιοι να διεκδικούν.
Αλληλεγγύη ΔΕΝ είναι το δίευρω στο ζητιάνο που πεινάει και τον λυπόμαστε.
Αλληλεγγύη ΔΕΝ είναι τα τραπέζια της εκκλησίας που προσφέρονται με αντάλλαγμα την πίστη και «σωτηρία της ψυχής».
Αλληλεγγύη ΔΕΝ είναι το κοινωνικό παντοπωλείο του Δήμου. Αν ο Δήμος μαζεύει από χορηγίες και ελεημοσύνες του κόσμου, τότε είναι κοροϊδία. Αν τα βάζει από την τσέπη του, τότε είναι κοινωνική μέριμνα για τους άπορους... πάντως όχι αλληλεγγύη.
Αλληλεγγύη ΔΕΝ είναι τα ποσά που δαπανά το κεφάλαιο, για να φτιάχνει κοινωνικό προφίλ. Τα γκαλά της κυρίας Βαρδινογιάννη πχ. «υπέρ των φτωχών». Ή οι διάφορες δωρεές του κεφάλαιου προς κοινότητες, δήμους, άστεγους, υποτροφίες σε φοιτητές κλπ.
Αλληλεγγύη ΔΕΝ είναι τα «χαρίζεται» στις εφημερίδες αγγελιών.
Η αλληλεγγύη ως συναγωνιστικός δεσμός
Η αλληλεγγύη είναι, λοιπόν, για το λαϊκό κίνημα ένα ακόμα συστατικό στοιχείο της συγκρότησης του. Ένα μέρος του συναγωνιστικού – συντροφικού δεσμού που βιώνουν οι αγωνιστές και τα προοδευτικά λαϊκά στοιχεία μεταξύ τους. Που δυναμώνει τα κουράγια του καθένα και την πάλη όλων συνολικά.
Ο δεσμός αλληλεγγύης είναι καταρχήν δεσμός αγώνα. Είναι σχέση αμφίπλευρη, αλληλοτροφοδοτούμενη ανάμεσα σε ανθρώπους ή ομάδες ανθρώπων που αγωνίζονται σε κοινή κατεύθυνση. Και με τον όρο “αμφίπλευρη”, ΔΕΝ εννοούμε “τώρα σε στηρίζω εγώ, μετά με στηρίζεις εσύ και μετά πάλι η σειρά μου”, κλπ... Αν το δούμε έτσι, η αλληλεγγύη καταντάει απλώς μια ανταλλαγή εξυπηρετήσεων. Αν το δούμε έτσι, η λογική μας είναι στενή, συμφεροντολογική και στη βάση της, αστική!
Εννοούμε ότι ΔΕΝ υπάρχει πράξη αλληλεγγύης που να μην εξυπηρετεί ταυτόχρονα τα συμφέροντα και των δύο πλευρών. Αυτού που την απευθύνει και αυτού που τη δέχεται. Η αναγνώριση αυτής της κοινότητας στην κατεύθυνση της πάλης είναι, λοιπόν, ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ στοιχείο, ώστε να οικοδομηθεί αυτός ο δεσμός. Ώστε να βιώνεται η αλληλοϋποστήριξη ως ανάγκη, άμεση, υλική και πολύ χειροπιαστή και όχι ως έκφραση στα πλαίσια μιας γενικώς φιλανθρωπίας ή ακόμα χειρότερα ελεημοσύνης (πχ. «τους καημένους τους ...σεισμόπληκτους, ας τους βοηθήσουμε. Κρίμα είναι!»). Με αυτή την έννοια, όποιος θέλει να ανεβάσει το επίπεδο αλληλεγγύης μέσα στο λαό της χώρας ή και μεταξύ των λαών, πρέπει να φροντίζει να ανεβαίνει και το πολιτικό επίπεδο και κριτήριο των μαζών. Οι κινήσεις– προτάσεις– δράσεις αλληλεγγύης πρέπει να είναι τέτοιες, που να ανεβάζουν το επίπεδο συνείδησης των αλληλέγγυων.
Συναίσθημα ή συνείδηση;
Όχι δεν υποτιμάμε καθόλου, ούτε έχουμε καμία διάθεση να χλευάσουμε τα αισθήματα φιλανθρωπίας που βλέπουμε να εκφράζονται μέσα στο λαό, σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Ούτε τον αυθόρμητο και πολύ ανθρώπινο, κατά τη γνώμη μας, συναισθηματισμό του. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δείξουμε τα όρια της φιλανθρωπίας. Ακριβώς επειδή πατάει σε συναισθηματική και μόνο βάση, ξεθωριάζει και χάνεται μαζί με τη συναισθηματική φόρτιση. Κατά τα άλλα, δεν μπορεί να αποτελέσει στέρεα βάση για την οικοδόμηση δεσμών σε άλλο επίπεδο (συναγωνιστικό, συντροφικό) μέσα στο λαό. Και αυτό ισχύει και για τη λογική «ανταλλαγής εξυπηρετήσεων» που περιγράψαμε πιο πάνω. Ο αλληλέγγυος δεν περιμένει να «ξεπληρωθεί» με τη σειρά του αύριο, για την αλληλεγγύη που επιδεικνύει σήμερα. Και όχι από θρησκευτικό ή ουμανιστικό αλτρουισμό. Αλλά ως αποτέλεσμα της βαθύτερης κατανόησης της ταξικής κοινότητας συμφερόντων με το διπλανό εργάτη, το διπλανό σωματείο, το διπλανό λαό. Κατανόηση που είναι αναγκαία, έστω κι αν είναι ενστικτώδικη στην αρχή, για να εκδηλωθεί η αλληλεγγύη και που με τη σειρά της, όσο αυτή εκφράζεται και ριζώνει ως πρακτική αντίληψη στο λαό, «αποκαλύπτει» όλο και περισσότερο την κοινότητα των συμφερόντων μεταξύ των αγωνιστών, του λαού, των εργατών. Αυτό οικοδομεί στην πράξη και ένα άλλο ήθος στις μάζες. Ένα ήθος που έχει ως βάση την εξυπηρέτηση του ατομικού συμφέροντος, μέσα από το συλλογικό συμφέρον. Σε πλήρη αντιδιαστολή με την αστική ηθική, που έχει ως βάση την εξυπηρέτηση του ατομικού συμφέροντος, πάνω από και κόντρα στο γενικό– συλλογικό συμφέρον.
Πώς μπορεί ένα πακέτο μακαρόνια να γίνει αλληλεγγύη;
Ούτε θέλουμε, επίσης, να υποτιμήσουμε το «υλικό μέρος» της αλληλεγγύης, προβάλλοντας (και σωστά) το πολιτικό ως κύριο. Απλά θέλουμε να τονίσουμε, ότι υπάρχει υλική στήριξη τέτοια και ...αλλιώτικη. Υλική στήριξη προς τον αγώνα αυτού που δέχεται την αλληλεγγύη και υλική στήριξη προς την ανάγκη κάποιου, είτε αγωνίζεται για το κοινό συμφέρον είτε όχι. Ακόμα κι αν σαν πράξη φαίνεται η ίδια στην επιφάνεια, στο βάθος πρόκειται για τελείως διαφορετικά πράγματα. Πράγμα που οι αγωνιζόμενοι καταλαβαίνουν πάρα πολύ καλά.
Και ενώ ίσως, ατομικά ο καθένας, θα αρνούνταν με περηφάνια την οποιαδήποτε ελεημοσύνη, με την ίδια περηφάνια όχι μόνο δέχονταν τα πακέτα μακαρόνια οι απεργοί χαλυβουργοί πχ. αλλά ανακοίνωναν με χαρά τις προσφορές. Γιατί τις θεωρούσαν, και σωστά, προσφορές στον αγώνα τους! Και όχι ελεημοσύνη και λύπηση για τα «πεινασμένα τους παιδάκια»... Αυτό δίνει τελείως διαφορετικό περιεχόμενο στην υλική στήριξη που σε αυτή την περίπτωση αποτελεί γνήσια έκφραση λαϊκής και εργατικής αλληλεγγύης. Ιδιαίτερα σημαντική, τόσο για την επιτυχή έκβαση των εργατικών αγώνων, όσο και για τη σύσφιξη των σχέσεων και των δεσμών μέσα στο κίνημα. Δεσμών που χτίζονται σε συναγωνιστική βάση, σε μια σχέση στην ουσία της πραγματικά ισότιμη. Αντίθετα η υλική στήριξη, όταν κινείται έξω από τα πλαίσια της αλληλεγγύης, διαμορφώνει ανισότιμες σχέσεις ανάμεσα σε αυτόν που την απευθύνει και αυτόν που τη δέχεται. Αναπαράγει με ένα τρόπο τις ανισότιμες σχέσεις του «από πάνω» με τον «από κάτω», και στο βαθμό που γίνεται μακροχρόνια ή μονιμοποιείται, παγιώνεται σε σχέση τροφοδότη και εξαρτημένου (χαρακτηριστικότερο παράδειγμα εδώ, η Εκκλησία).
Οι ιεροκήρυκες της αλληλεγγύης
Αυτή η ανισοτιμία όχι μόνο δεν προβληματίζει κάποιους «προοδευτικούς» που προτείνουν σε κάθε ευκαιρία «λύσεις αλληλεγγύης» στο κίνημα, αλλά αντίθετα φτάνουν να την επιδιώκουν κιόλας. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι φορείς τέτοιων προτάσεων είναι οι ίδιοι που τρέφουν τη μεγαλύτερη υποτίμηση προς το λαό, τις δυνατότητες και τις δυνάμεις των μαζών. Τόσο στο κινηματικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο. Το σχέδιο είναι τόσο απλό στη σύλληψη του όσο και εξοργιστικά αντιδραστικό: Στον θρησκευτικό προσηλυτισμό, να αντιπαραβάλλουμε έναν «κινηματικό» προσηλυτισμό.
• Η εκκλησία ταΐζει κόσμο. Να ταΐσουμε κι «εμείς».
• Αυτοί τους «εξαγοράζουν» εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη τους και αυξάνουν τις στρατιές των πιστών, δεξιών και υποταγμένων. «Εμείς» να τους «εξαγοράσουμε» και πάλι εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη τους, για να τους μετατρέψουμε σε αγωνιστές, ριζοσπάστες και αριστερούς.
Τώρα, το αν μπορεί να «εξαγοραστεί» κάποιος προς τα «αριστερά» δεν φαίνεται να πολύ-απασχολεί τους εκφραστές των συγκεκριμένων αντιλήψεων. Το αν μπορεί να λυθεί η εξίσωση που θέλει να απελευθερώνονται συνειδήσεις με ψωμί και χωρίς αγώνα, το αφήνουμε στην κρίση του καθένα. Για εμάς, πάντως, η αντίφαση είναι ανυπέρβλητη. Δύο προβλήματα προκύπτουν από αυτή τη λογική. Το πρώτο είναι ότι αναπαράγει με το χειρότερο τρόπο τη λογική της ανάθεσης στις πλατιές λαϊκές μάζες, απλά αντικαθιστώντας στο ρόλο του σωτήρα την Εκκλησία και τις ΜΚΟ, την «αριστερά». Το δεύτερο είναι ότι τα «δίκτυα αλληλεγγύης» αυτής της λογικής παρουσιάζονται σαν πανάκεια και λύση για το λαό «εδώ και τώρα».
Τα όρια αυτών των προσπαθειών σκόπιμα αποκρύβονται από τους εμπνευστές τους που συνήθως τις ντύνουν με «θαυματουργές ιδιότητες». Πως στην πραγματικότητα ΔΕΝ μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες του κόσμου με αυτό τον τρόπο.
Πως, και με τις καλύτερες ακόμα προθέσεις αν ξεκινάνε, το πολύ-πολύ να παίξουν παρηγορητικό, παρά ουσιαστικό ρόλο στα προβλήματα του κόσμου. Γιατί, τι άλλο θα μπορεί να δώσει ο «εθελοντής γιατρός» του «κοινωνικού ιατρείου» στον ασθενή που χρειάζεται νοσηλεία, ειδικές εξετάσεις και ακριβά φάρμακα; Και όσο η επίθεση του συστήματος προχωράει, οι άνεργοι αυξάνονται και η φτώχεια εξαπλώνεται, τόσο περισσότερο αυτές οι προσπάθειες θα μένουν στην «παρηγοριά» προς τον άρρωστο παρά στη «θεραπεία».
Παλεύουμε για αλληλεγγύη ή με αλληλεγγύη; (πολιτικός ή «εναλλακτικός» αγώνας;)
Η αλληλεγγύη δεν είναι, ούτε μπορεί να αποτελεί στόχο πάλης για το κίνημα. Η αλληλεγγύη είναι ένα μέσο, για να ενισχύεται η πάλη που συγκροτείται πάντα σε πολιτική βάση. Στους χώρους της αναρχοαυτονομίας, αλλά και σε κάποιους της αριστεράς, ακούμε πολλές φορές τις «συλλογικές κουζίνες» και τα «παζάρια» να προτείνονται ως στόχοι, που μάλιστα πλασάρονται και σαν πιο «προωθημένοι» από τους πολιτικούς στόχους πάλης. Την ίδια στιγμή, βέβαια, το πόσο «προωθημένοι» είναι, αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι, από όσους τους προτείνουν, θεωρούνται και πιο εφικτοί. Με δυο λόγια, ο «ρεαλισμός του εφικτού» παρουσιάζεται «επαναστατικότερος της επανάστασης».
Η προσπέραση της πολιτικής σύγκρουσης με το σύστημα είναι κοινή ανοησία. Είναι η πιο ουσιαστική υποταγή στην κυριαρχία του συστήματος, καλυμμένη κάτω από το πέπλο μιας «φυγής προς τα εμπρός» και της «άμεσης λύσης» που δήθεν θα στερήσει από το σύστημα την κυριαρχία του μέσα από τις εναλλακτικές μορφές διαχείρισης, στυλ ζωής κλπ.
Αυτή η λογική της «αναζήτησης του κόλπου» που θα καταστήσει τη συγκρότηση επαναστατικού κινήματος και την πολιτική σύγκρουση με το σύστημα περιττή, δεν εκφράζεται μόνο στη συζήτηση περί αλληλεγγύης αλλά είναι μια γενικότερη γάγγραινα στην αριστερά. Είναι το πιο χαρακτηριστικό σημείο στη λογική της «αριστεράς της ήττας» και σε όλες τις εκφάνσεις της.
Τα όρια της νομιμότητας
Το σύστημα βέβαια αντιμετωπίζει πάντα καταρχήν εχθρικά ό,τι οργανώνεται έξω και πέρα από τη στενή του αγκαλιά. Γρήγορα, λοιπόν, το αστικό κράτος κήρυξε τα συσσίτια, «συλλογικές κουζίνες» και διανομές τροφίμων, παράνομες για «λόγους υγείας». Αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο, οι φιλάνθρωπες πρωτοβουλίες που δεν ελέγχει, να αρχίσουν να ξεφεύγουν και να γίνουν έδαφος δημιουργίας δεσμών ανάμεσα σε λαϊκές ή και αγωνιζόμενες μάζες. Φυσικά δεν θέλει να ξεφεύγει κόσμος από τα δόκανα της εκκλησίας και των ΜΚΟ και να κινείται έξω από τα θεσμικά πλαίσια του αστικού κράτους. Αλλά ταυτόχρονα ασκεί πίεση προς τις ριζοσπαστικές και αριστερές ομαδοποιήσεις που ανακατεύονται με τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, με στόχο την ένταξη τους σε κανάλια συστημικά. (Θέλεις να οργανώσεις διανομή τροφίμων, στήσε μια ΜΚΟ και κάν’ το «νόμιμα»!)
Ένα πολιτικό πρόβλημα
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα είναι, ότι η λογική της φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης μπορεί να αποτελέσει ένα «εργαλείο» πρώτης τάξης στα χέρια του συστήματος που, όταν δεν χρεώνεται πολιτικά την κατάσταση και τα βάσανα του κόσμου, εύκολα σπρώχνει την ευθύνη για αυτά ...επάνω του! (-Τι έκανες ΕΣΥ, για τα παιδάκια που πεινάνε;! Ε;!) Το σύστημα σκόπιμα ζητάει τη συνευθύνη για τα δεινά του λαού που το ίδιο προκαλεί. Για ευνόητους λόγους. Η αποδοχή όμως αυτής της συνευθύνης, έστω κι αν ντύνεται με αριστερό μανδύα, αποτελεί την πιο βολική εξυπηρέτηση για τους εκμεταλλευτές.
Από τη μια, συσκοτίζει κόσμο, σε σχέση ακριβώς με τη ρίζα των προβλημάτων του (το σουπερμάρκετ πχ. που πριν δυο μήνες απέλυσε εργαζόμενους, συλλέγει τρόφιμα «υπέρ ανέργων»). Από την άλλη, συμβάλλει στην αποδοχή της κυριαρχίας του (αφού δεν μπορούμε να ανατρέψουμε μια κατάσταση, τουλάχιστον ας πορευτούμε «όπως μπορούμε» μέσα σε αυτή), με αποτέλεσμα αυτή η κυριαρχία να παγιώνεται και να μην αμφισβητείται.
Σημείωση
Επειδή συχνές πυκνές είναι τώρα τελευταία οι συγκρίσεις με τις δράσεις του ΕΑΜ, που «μας έσωσε απ' την πείνα», να αναφέρουμε μόνο το εξής. Το ΕΑΜ λειτούργησε σε λογική ανάληψης ευθύνης απέναντι στο λαό που υπέφερε τα δεινά της κατοχής. Βαριάς και σοβαρής ευθύνης. Στήριξε και οργάνωσε τον αγώνα του λαού ενάντια στην πείνα. Αγώνα που αποτελούσε μέρος του γενικότερου αγώνα, για να νικήσει το φασισμό, να λευτερωθεί πραγματικά και να διαφεντεύσει ο ίδιος τη ζωή και τον τόπο του. Αγώνα που τον έδωσε ο ίδιος ο λαός μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ (και όχι κάποιος «φωστήρας» για λογαριασμό του) και που στο κάτω-κάτω στρεφόταν ενάντια στον κατακτητή και με τα όπλα ακόμα!
Είναι τελείως διαφορετικό από την υποταγή στους συσχετισμούς που κρύβεται πίσω από τη λογική πολλών, κατά τα άλλα «προχωρημένων», που εκφράζονται στο κίνημα. Το ΕΑΜ, στην επαρχία, αντιμετώπισε την πείνα με τα όπλα, υπερασπιζόμενο τις σοδειές του κόσμου και στις πόλεις, την αντιμετώπισε ενάντια στα όπλα, όταν διοργάνωνε απεργίες και συλλαλητήρια απέναντι στο στρατό κατοχής απαιτώντας συσσίτια. Τι σχέση με αυτή τη λογική μπορεί να έχει σήμερα η κάθε φαεινή «αυτοδιαχείρισης της φτώχειας», ας σκεφθεί ο καθένας.
Να υπερασπιστούμε την αλληλεγγύη
Όσο, λοιπόν, περισσεύουν στις μέρες μας η συζήτηση και οι αναφορές στην «αλληλεγγύη», τόσο περισσότερο λείπει η αλληλεγγύη από το λαϊκό και εργατικό κίνημα. Όσο περισσότερο διαστρεβλώνεται το περιεχόμενο της έννοιας και βρίθουν οι προτάσεις για τα «εναλλακτικά», τόσο μεγαλύτερη δυσκολία υπάρχει στη συγκρότηση πραγματικών, πλατιών πρωτοβουλιών αλληλεγγύης. Τόσο καθυστερεί το να παίξει η αλληλεγγύη το ρόλο της αποτελεσματικής στήριξης αγώνων και αγωνιστών. Να γίνει η συγκολλητική ουσία που θα ενώνει τους αγωνιστές ενάντια στο σύστημα της εκμετάλλευσης και απέναντι στην επίθεση που έχει εξαπολύσει στο λαό και την εργατιά, ακόμα κι ανεξάρτητα από ιδεολογικοπολιτικές διαφορές και διαφωνίες, στα πλαίσια πάντα του κινήματος. Στη βάση του κοινού λαϊκού και ταξικού συμφέροντος, που οι μάζες πρέπει να «ανακαλύψουν» μέσα στην ιδεολογική συσκότιση που το σύστημα έχει επιβάλλει.
Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα με τις «εναλλακτικές» προτάσεις που παρουσιάζονται σαν «αλληλεγγύη», είναι ακριβώς αυτό. Ότι παρουσιάζονται σαν κάτι που στην πραγματικότητα δεν είναι και δεν στηρίζουν. Στο ερώτημα, λοιπόν, πώς αντιμετωπίζουμε όλο αυτό τον ορυμαγδό από φαεινές, θα δώσουμε μια όσο πιο απλή και «μαλλιαρή» απάντηση. Ένας αγωνιστής δεν έχει κανένα ιδιαίτερο λόγο να είναι αντίθετος με το παζάρι που θα διοργανώσει ένας σύλλογος γονέων, ή με το ανοιχτό λαϊκό τραπέζι που θα διοργανώσει η συνέλευση της πλατείας και άλλα τέτοια παρόμοια. Έχει, όμως, κάθε λόγο να αντιμάχεται το χαρακτηρισμό αυτών των κινήσεων ως «αλληλεγγύη» και να απευθύνει προτάσεις πραγματικής αλληλεγγύης προς το λαό, τους εργαζόμενους, την πλατεία, το σύλλογο, το σωματείο, κλπ. Ένας αγωνιστής έχει κάθε λόγο να τρώει τα συκώτια του και να τσακώνεται για το αδιέξοδο των «συλλογικών κουζινών», των «αυτοδιαχειρίσεων» και των «εναλλακτικών» φαεινών. Αλλά το ζήτημα κρίνεται κυρίως στο ζωντάνεμα και στο άπλωμα της πραγματικής αλληλεγγύης στα πλαίσια του πολιτικού αγώνα. Με θετικό τρόπο, λοιπόν, με επεξεργασμένες, επιχειρηματολογημένες και σοβαρές προτάσεις αλληλεγγύης και με αντίστοιχες πρωτοβουλίες, θα πρέπει να συμβάλλουμε στην αποκατάσταση της αλληλεγγύης και στο ιδεολογικό ξεκαθάρισμα στα πλαίσια του κινήματος.
Κ.Τ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου